«Ο ουρανός και η γη δεν δείχνουν έλεος και φέρονται στα μυριάδες πράγματα όπως στα αχυρένια σκυλιά.» Tao Te King

Mail που έφτασε πριν από μία εβδομάδα και το παραθέτω ως έχει:

«Κάποτε ο χρόνος είχε τέσσερις εποχές, σήμερα έχει δύο.

Κάποτε δουλεύαμε οκτώ ώρες,
σήμερα έχουμε χάσει το μέτρημα.
Κάποτε είχαμε χρόνο να πάμε για καφέ με τους φίλους μας.
Τώρα τα λέμε μέσω
MSN και Skype.
Κάποτε είχαμε χρόνο να κοιτάξουμε τον ουρανό, να δούμε το χρώμα
του, να ακούσουμε το κελάϊδισμα των πουλιών, να νιώσουμε την ευωδιά
του βρεγμένου χώματος. Σήμερα τα βλέπουμε στην τηλεόραση.
Κάποτε παίζαμε με τους φίλους μας ποδόσφαιρο στις αλάνες.
Σήμερα παίζουμε ποδόσφαιρο στο
Playstation.
Κάποτε ζητάγαμε συγγνώμη από κοντά.
Σήμερα το λέμε και με
SMS.
Κάποτε κυκλοφορούσαμε με ταπεινά αυτοκίνητα 1000 κυβικών και
ήμασταν χαρούμενοι.
Σήμερα κυκλοφορούμε με τζιπ 2000 κυβικών και στεναχωριόμαστε που
δεν έχουμε τζιπ… 3000 κυβικών.
Κάποτε αγοράζαμε ένα παντελόνι και το είχαμε για δύο χρόνια.
Τώρα το έχουμε δύο μήνες και μετά παίρνουμε άλλο.
Κάποτε ζούσαμε σε σπίτι 65 τετραγωνικών και… ήμασταν
ευτυχισμένοι.
Σήμερα ζούμε σε σπίτια 120 τετραγωνικών και δεν χωράμε μέσα…
Κάποτε λέγαμε καλημέρα σε ένα περαστικό και τον ρωτούσαμε για
την τάδε οδό.
Σήμερα μας το λέει ο
navigator.
Κάποτε πίναμε νερό της βρύσης και ήμασταν μια χαρά.
Σήμερα πίνουμε εμφιαλωμένο και…αρρωσταίνουμε.
Κάποτε είχαμε τις πόρτες των σπιτιών ανοικτές, όπως και τις
καρδιές μας.
Σήμερα κλειδαμπαρωνόμαστε, βάζουμε συναγερμούς και έχουμε και
5-6 λυκόσκυλα για να μην αφήσουμε κανέναν να μας πλησιάσει. Είτε είναι
καλός, είτε κακός.
Κάποτε ξυπνάγαμε πρωί-πρωί την Κυριακή για να πάμε στην
εκκλησία.
Σήμερα δεν πάμε γιατί είναι…μπανάλ. Και γιατί οι παπάδες
γίνανε μεσίτες και επιχειρηματίες.
Κάποτε είχαμε 2 τηλεοπτικά κανάλια και πάντα βρίσκαμε κάτι
ενδιαφέρον να δούμε.
Σήμερα έχουμε 100 κανάλια και δεν μας αρέσει κανένα πρόγραμμα.
Κάποτε μαζευόμασταν όλη η οικογένεια γύρω από το κυριακάτικο
τραπέζι και αισθανόμασταν ενωμένοι και ευτυχισμένοι.
Σήμερα έχει ο καθένας το δικό του δωμάτιο και δεν βρισκόμαστε
μαζί στο τραπέζι ποτέ…
Κάποτε η σκληρή δουλειά ήταν ιδανικό.
Σήμερα είναι μαλακία.
Κάποτε τα περιοδικά έπαιρναν συνέντευξη από τον Σεφέρη.
Σήμερα παίρνουν από τον Καρβέλα.
Κάποτε μας μάγευε η φωνή του Στέλιου Καζαντζίδη,
σήμερα μας ξεκουφαίνει ο…Μακρόπουλος.
Κάποτε οι τραγουδίστριες τραγουδούσαν με τη φωνή.
Σήμερα τραγουδούν με κάτι άλλο.
Κάποτε ντοκουμέντο ήταν μια επιστημονική ανακάλυψη.
Σήμερα ντοκουμέντο είναι ένα ερασιτεχνικό βίντεο που δείχνει δύο
οπαδούς ομάδων να ανοίγουν ο ένας το κεφάλι του άλλου.
Κάποτε βλέπαμε στην τηλεόραση κινούμενα σχέδια με τον Μίκυ
Μάους, τον Σεραφίνο, τον Τιραμόλα. Σήμερα βλέπουμε τους
Power Rangers
και τους
Monsters με όπλα και χειροβομβίδες να σκοτώνουν και να
ξεκοιλιάζουν…τους κακούς.
Κάποτε μας αρκούσε μια βόλτα με τον κοπέλα μας σε ένα ταπεινό
δρομάκι της γειτονιάς. Χέρι-χέρι, να κοιτάμε τον ουρανό, να
σιγοψυθιρίζουμε ένα ρομαντικό τραγουδάκι και να ταξιδεύουμε νοητά.
Σήμερα πάμε διακοπές στο Ντουμπάι, στο Μαρόκο και στο Μεξικό. Και
ονειρευόμαστε ταξίδια στο Θιβέτ.
Κάποτε είχαμε το θάρρος και τη λεβεντιά να λέμε «Έκανα λάθος».
Σήμερα λέμε «Αυτός φταίει»…
Κάποτε νοιαζόμασταν για το γείτονα, σήμερα τσατιζόμαστε αν
αγοράσει καλύτερη τηλεόραση από εμάς.
Κάποτε ζούσαμε με το μισθό μας.
Σήμερα ζούμε με τους μισθούς που ΘΑ πάρουμε.
Κάποτε δεν είχαμε φράγκο στην τσέπη, μα ήμασταν τόσο, μα τόσο
ευτυχισμένοι!
Σήμερα έχουμε τα πάντα και τρωγόμαστε με τα ρούχα μας.
Κάποτε περνάγαμε υπέροχα στο ταβερνάκι της γειτονιάς, με
κρασάκι, τραγούδι και κουτσομπολιό.
Σήμερα…μιζεριάζουμε σε ακριβά εστιατόρια του Κολωνακίου.
Κάποτε ιδανικό ήταν να γίνεις αναγνωρισμένος.
Σήμερα ιδανικό είναι να γίνεις απλά αναγνωρίσιμος.
Κάποτε μας δάνειζε λεφτά ο αδελφός μας.
Σήμερα μας δανείζουν οι τράπεζες.
Κάποτε κοιτούσαμε στα μάτια τους ανθρώπους.
Τώρα τους κοιτάμε στην τσέπη.
Κάποτε δουλεύαμε για να ζήσουμε.
Σήμερα ζούμε για να δουλεύουμε.
Κάποτε είχαμε χρόνο για τον εαυτό μας.
Σήμερα δεν έχουμε χρόνο για κανένα….
Αυτό το «Κάποτε», το έλεγαν Ζωή….»

Το κείμενο επιδέχεται ικανό αριθμό σχολίων. Αρχικά, ποιος ή ποιοι είναι αυτοί που γράφουν όλα τα ανυπόγραφα κείμενα που περιφέρονται από mail σε mail και αφορούν καταγγελίες για την Coca Cola έως προσωπικές εξομολογήσεις για την ζωή το σύμπαν και τα πάντα; Και όσοι τα προωθούν; Υποθέτω ότι συμφωνούν με τους συγγραφείς, άλλος λίγο άλλος πολύ, και με αυτόν τον τρόπο η πληροφορία μεταδίδεται και απλώνεται παντού. Ο Dawkins ονομάζει παρόμοιου τύπου πληροφορίες memes (μιμίδια) και τα θεωρεί κάτι σαν κοινωνικά γονίδια [πάνω-κάτω… :)].

Πέρα από τον ενοχλητικά νοσταλγικό χαρακτήρα, κάποιος μπορεί να παρατηρήσει μία δυο αδυναμίες, που σχετίζονται με την λογική του κειμένου:

  • η έκφραση «κάθε πέρσι και καλύτερα» τα λέει όλα και με λιγότερες λέξεις (και, κατά συνέπεια…)
  • το ενοχλητικό παρόν δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα εξιδανικευμένο παρελθόν

Ως εκ τούτου, οι θέσεις που υποστηρίζονται -κυρίως το γεγονός ότι πρόοδος δεν σημαίνει απαραίτητα ποιότητα ζωής και ευημερία- χάνουν την δύναμή τους, γίνονται αφελείς και ρομαντικές τοποθετήσεις, που με άνεση μπορούν να ποδοπατηθούν από ένα καλοδιαβασμένο συνομιλητή.

Μμμμ… Μικρό μουσικό διάλειμμα και συνεχίζουμε.

Αναρωτιέμαι, υπάρχοντας  στον πλανήτη για αρκετές δεκαετίες σε ποια συμπεράσματα καταλήγουμε; Η εμπειρία ζωής που κουβαλάμε συμπυκνώνεται σε παρατηρήσεις του τύπου «Κάποτε τα τριαντάφυλλα ευωδιάζαν τις αυλές και τους κήπους. Σήμερα τα πάντα έχουν χάσει το άρωμά τους»; Πού επιλέγουμε να ρίξουμε ο βλέμμα; Στην δήθεν χαμένη αθωότητα του χθες ή στο απαιτητικό και προκλητικό σήμερα;

Διαβάζοντας το εξαιρετικό βιβλίο ‘Αχυρένια Σκυλιά: Σκέψεις για τους ανθρώπους και άλλα ζώα’ του John Gray (Εκδόσεις Οκτώ, 2008), ήρθα αντιμέτωπος με δυσάρεστα συμπεράσματα τα οποία θα ήθελα να μοιραστούμε σαν ένα είδος δημιουργικού στοχασμού, δίχως κλάψες και αυτολύπηση. (σελ 142-46)

» Στην ταοϊστική σκέψη η καλή ζωή προκύπτει αυθόρμητα. Η αυθορμησία έχει όμως μεγάλη διαφορά από το να δρούμε απλώς σύμφωνα με τις ενορμήσεις που τυχαίνει να έχουμε. Σε δυτικές παραδόσεις όπως στον ρομαντισμό, η αυθορμησία συνδέεται με την υποκειμενικότητα. Στον ταοϊσμό σημαίνει να δρα κανείς νηφάλια, στην βάση μιας αντικειμενικής θέασης της κατάστασης ενώπιόν του. Ο κοινός άνθρωπος δεν μπορεί να δει τα πράγματα αντικειμενικά, επειδή ο νους του έχει θολώσει από το άγχος να επιτύχει τους στόχους του. Η καθαρή θέαση σημαίνει ότι δεν προβάλλουμε τους στόχους μας στον κόσμο. Δρούμε αυθόρμητα σημαίνει δρούμε σύμφωνα με τις ανάγκες της κατάστασης. Οι Δυτικοί ηθικολόγοι θα ρωτήσουν ποιος είναι ο σκοπός μιας τέτοιας δράσης, όμως για τους ταοϊστές η καλή ζωή δεν έχει σκοπό. Είναι σαν να κολυμπάς σε μια δίνη, αντιδρώντας στα ρεύματα καθώς αυτά έρχονται και παρέρχονται. (…) Από αυτή την άποψη, η ηθική είναι απλώς μια πρακτική δεξιότητα, σαν το ψάρεμα ή το κολύμπι. Πυρήνας της ηθικής δεν είναι η επιλογή ή η συνειδητή επίγνωση, αλλά η δεξιότητα να γνωρίζει κανείς τι να κάνει. Είναι μια δεξιότητα που αποκτάται με την πρακτική και έναν άδειο νου. (…) Λίγοι άνθρωποι ξέρουν να ζουν καλά. Παρατηρώντας το αυτό οι ταοϊστές προσέφευγαν σε άλλα ζώα για να διδαχτούν την καλή ζωή. Τα άγρια ζώα ξέρουν πώς να ζουν. Δεν χρειάζεται να σκέφτονται ή να επιλέγουν. Παύουν να ζουν φυσικά όταν οι άνθρωποι τα φυλακίζουν. (…) Αν οι άνθρωποι διαφέρουν από άλλα ζώα, αυτή η διαφορά έγκειται εν μέρει στην σύγκρουση των ενστίκτων τους. Λαχταρούν την ασφάλεια, όμως πλήττουν εύκολα. Είναι ζώα που αγαπούν την ειρήνη, αλλά λαχταρούν τη βία. Τους ελκύει η σκέψη, αλλά συγχρόνως μισούν και φοβούνται την αναστάτωση που αυτή επιφέρει. Δεν υπάρχει τρόπος ζωής όπου να μπορούν όλες αυτές οι ανάγκες να ικανοποιηθούν. Ευτυχώς, όπως μαρτυρεί η ιστορία της φιλοσοφίας, οι άνθρωποι έχουν το χάρισμα της αυταπάτης και ευημερούν αγνοώντας τη φύση τους. Η ηθική είναι μια αρρώστια που προσιδιάζει στους ανθρώπους, η καλή ζωή είναι μια εκλέπτυνση των αρετών των ζώων. Καθώς πηγάζει από τη ζωική μας φύση, η ηθική δεν χρειάζεται θεμέλιο. Εξοκέλλει ωστόσο, όταν οι ανάγκες μας αλληλοσυγκρούονται.»

Δείτε μία συνέντευξη του John Gray εδώ.

Και ‘Ναυπηγεία: The British Version’ (προς γνώση και συμμόρφωση)