(Put on your earphones)

Μαγικό και ταξιδιάρικο τραγούδι από τους Beatles.

Τους εκτίμησα αρκετά μεγάλος, όταν μπόρεσα να χωρέσω στο κεφάλι μου τα μουσικά άλματα που κατάφεραν εκείνα τα χρόνια, σε εκείνη τη χώρα.

Γλυκειά μελωδία, σιροπιαστή όχι όμως λιγωτική. Θες να κοιτάξεις ψηλά, να περπατήσειςανάμεσα στα δέντρα και να χαμογελάς δίχως λόγο, η ανάσα του δάσους σε ακολουθεί και σου κρατάει συντροφιά σιωπηλά, προστατευτικά, τρυφερά, δίχως ανταλλάγματα.

Μετά όμως θυμήθηκα αυτό από τους Radiohead:

Νανούρισμα, σκοτεινό, όπως όλα τα καθώς πρέπει τραγουδάκια για παιδιά. Με αγάπη όμως και δεύτερες και τρίτες φωνές επίσης, ένα συνοδευτικό άρπισμα κιθάρας και απότομο κλείσιμο, αφού  το παιδί κοιμήθηκε ξαφνικά και απροειδοποίητα.

Αργότερα, στη κουζίνα καθώς ετοιμάζω ένα σάντουιτς με πιπεράτο καπνιστό ζαμπόν, τυρί, μουστάρδα σε φέτες μαύρο ψωμί, έρχεται στο μυαλό μου η εισαγωγή από το τραγούδι του Μούτση:

Όλα μοιάζουν, σκέφτομαι, και αντιγράφουμε ο ένας τον άλλον και όλοι μαζί τους Bealtes.

Αυτοί, όμως, ποιον αντέγραψαν; Ψάχνω και βρίσκω αυτό και αυτό. Η σύνθεση, η οποία αναλύεται στο δεύετρο link, είναι του Lennon, ο οποίος δολοφονήθηκε τέτοιες μέρες περίπου πριν από 30 χρόνια, και ο ίδιος είχε δηλώσει ότι εππηρεάστηκε από τη Σονάτα υπό το Σεληνόφως του Beethoven. WoW, λέω μέσα μου και πίνω μια γουλιά ακόμη κόκκινο κρασί.

Το οποίο τελειώνω, καθώς ακούω το συγκεκριμένο αριστούργημα.

Σκέφτομαι: πρέπει να είσαι βλαμμένος για να μην σου αρέσει η μουσική.

Τι μένει, μπροστά στα μάτια μου, τώρα που κλείνω το laptop κουρασμένος μα και χορτάτος;

Οι φίλοι, που με βαραίνουν καθώς δεν ξέρουν πια πώς να πεθάνουν.