Μερικές φορές το βάρος του αναπόφευκτου μοιράζεται ανάμεσα στα δάκτυλα και τα μαγκώνει, όπως η τανάλια το σκουριασμένο καρφί στον φρεσκοβαμένο τοίχο. Η συνεύρεση με τις αφόρητες σκέψεις, που φτερουγίζουν στο κεφάλι σαν τα αιχμάλωτα αγριοπούλια στο κλουβί, θυμίζει μεσημεριανή σιέστα σε καλοκαιρινές διακοπές: ιδρώτας και προσμονή. Η νέα μου ζωή θνήσκει. Ταχύτερα από την προηγούμενη. Και εκεί που κάποτε περπατούσε το αύριο, απλώνεται τώρα το σκοτάδι των επιθυμιών. Ένας πίνακας που μουλιάζει στα βλακώδη χωρατά και τις άστοχες παρατηρήσεις. Μια περασμένη ώρα, στις τόσες των ανθρώπων τις ώρες.

Με τρομάζουν πια οι αριθμοί. Έχω ντυθεί πράξεις επί πράξεων, αφαίρεση τιμής, πρόσθεση λύπης, διαίρεση χρόνου, πολλαπλασιασμούς αϋπνίας. Τα σύμβολα, όπως τα απαγγέλει το στόμα σου, χτυπάνε στο μεδούλι. Εισχωρεί το δέρμα σε άλλο δέρμα, μακρυά από τις φωτισμένες πλατείες, συρράπτονται οι άκρες των δακτύλων σε αμήχανους στροβιλισμούς, άμουσους και αυθεντικούς. Βήματα παράξενα σε φέρανε κοντά μου, καθώς πλησίαζα το πρόσωπό σου. Έχω αλλάξει στρατόπεδο, πληρώνοντας το τίμημα σε σιωπές και απάθεια.

Όπως περνάει ο καιρός, νομίζω ότι το στοίχημα είναι να μείνουμε άνθρωποι. Από μακρυά, όλα μοιάζουν άσκοπα, συμφωνημένα, επαναλαμβανόμενα, θλιβερά, ανήθικα, προσβλητικά, προκλητικά, πολλά και άλλα που μιλάνε για ακάλυπτες προσδοκίες σε καιρούς μετάβασης και έλλειψης κρίσης. Εργάζομαι δυόμιση χρόνια, τώρα, στο Εθνικό Σύστημα Υγείας, μετά από 18 χρόνια ελεύθερο επάγγελμα. Μαθαίνω να διαβάζω τον κώδικα, να ανγνωρίζω την ιεραρχία, να διαχειρίζομαι τα περιστατικά, να υπολογίζω τις χαμένες ευκαιρίες, να διακρίνω τους παράνομους δεσμούς, να υπάρχω εντέλει εκεί που μαζεύεται ο πόνος των ανθρώπων,  σε διαγνωστικές εξετάσεις και συμπτώματα. Και να, μια φωνή, στο στενό σου το κεφάλι, αρχίζει να λέει ότι όλοι τα παίρνουν, οι φαρμακάδες κάνουν γλέντι, ο κοσμάκης διπλοπληρώνει, οι γιατροί πλουτίζουν με φακελάκια και δώρα από ανήμπορους μεροκαματιάρηδες, οι προμήθειες, οι λοβητούρες, τα μαύρα, οι κακοί υπάλληλοι, οι ανάλγητες κυρίες πίσω από τον γκισέ, το εισιτήριο στα εξωτερικά ιατρεία, οι μετανάστες που ψάχνουν ευκαιρία να γίνουν καλά στις εφημερίες και τόσα ασυνάρτητα και μη, ψεύδη και αλήθειες που, σαν τούβλα και λάσπη μαζί, χτίζουν οίκους ανοχής και παλάτια στο στενό σου το κεφάλι.

Όσο με αφορά, τα ταξίδια που ονειρεύτηκα δε πρόκειται να πραγματοποιηθούν μέσα σε τούτο το καράβι. Έχει άλλη ρότα και κατευθύνεται σε άλλες θάλασσες. Με λίγο κόπο, ίσως καταφέρω να χαρώ τα ρεύματα και τους ανέμους που μας ταξιδεύουν σε παράξενους τόπους

Οι συνταξιδιώτες, όμως, αποτελούν πραγματική έκπληξη! Όλοι, μα όλοι, φτιάχνουμε την ψυχή του χώρου που εργαζόμαστε και το κάνουμε φυσικά, αδίστακτα και αμετάκλητα. Οι καλημέρες, τα κεράσματα, τα πειράγματα και οι τσαντίλες, τα χαμόγελα, οι ανοησίες, η αγωνία και η απογοήτευση, κάθε λέξη όλες τις ώρες που υπάρχουμε στο χώρο της εργασίας, είναι η άλλη όψη του κόσμου που χτίζουμε στη μικρή μικρή ζωή μας. Οι αθόρυβες ιστορίες εργασιακής τρέλλας.  Ένα σύμπαν που μετέχουμε όλοι, τελικά, σε κάθε περιβάλλον που συνυπάρχουμε και που είναι η καθημερινή μας τροφή για τον Κόσμο. Άλλες φορές πικρή ή άγευστη και άλλες γλυκιά και εθιστική. Και όταν λέω εμείς εννοώ όλους: ιατρικό, νοσηλευτικό, διοικητικό προσωπικό, τα άτομα που εργάζονται στη καθαριότητα και φυσικά οι επισκέπτες του σπιτιού: οι ασθενείς.

Στον αντίποδα, λοιπόν, μιας μίζερης πραγματικότητας που αρέσκεται στη λοιδωρία αλλήλων, στην έλλειψη ανάληψης προσωπικής ευθύνης και στο ξεπάστρεμα του Άλλου, η ζωή κινείται σε πραγματικούς ρυθμούς συμμετοχής και απόλαυσης, λιγότερο ενδιαφέροντες ίσως για τους τηλεοπτικούς δέκτες, υπέρ αρκετοί όμως για την επιβεβαίωση σημαντικών γνωρισμάτων του ανθρώπου: αλληλεγύη, συμπαράσταση και κατανόηση.

Εάν είναι έτσι, γιατί τότε αισθάνομαι τόσο χάλια;

Γιατί η αλλαγή είναι μία άβολη κατάσταση. Και νιώθω ότι οι ιστορίες που με κρατούσαν ζωντανό για πολλά και πολλά χρόνια,  μοιάζουν πια με το τραγούδι των Σειρήνων, που με έφερε εδώ μόνο και μόνο για να το αποφύγω. Ένα περίεργο φορτίο που έφτασε στον παραλήπτη του.

Νομίζω ότι έχω 2 κείμενα ακόμη να γράψω, η αλωπεκία περιμένει ένα χρόνο τώρα για να κλείσει τον κύκλο. Οπότε, μιλάμε.

Υ.Γ. Ο τίτλος του post είναι μία μαγική κουβέντα που είπε η Όλγα, ένα χρόνο πριν, στην Κατερίνη καθώς το καλοκαίρι φαινόταν να έρχεται προς το μέρος μας φορτωμένο με χωρισμούς,αποχωρισμούς, απώλειες και όλα αυτά τα ωραία και δυσάρεστα που αρέσουν στην Όλγα. Όλα τα παραπάνω, λοιπόν, είναι μια μικρή ανταπόδωση για τις εξοντωτικές συζητήσεις στην εφημερία και τα άγαρμπα αστεία που σήμερα φαίνονται τόσο αρμονικά. Και φυσικά η Αθηνά, που ήταν η αιτία για πολλά από τα παραπάνω.

Bonus Playlist

1. Your Young Voice (King Creosote & Jon Hopkins)

2. Murmuring Mermaids (Lunz)

3. Mi Mujer (Nicolas Jaar)

4. Autumn Beasts (Parov Stelar)

5. If this hat is missing … (Get Well Soon)

6. Flametop Green (Daniel Lanois)

7. Opus 43 (Dustin O’Halloran)

8. Ljosio (Olafur Arnalds)

9. Floating/Sinking (Peter Broderick)

10. Take off your clothes when you dance (Frank Zappa)