Είμαι ένας αρκετά συνηθισμένος άνθρωπος, λίγο ψηλότερος από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο και με καλή σωματική διάπλαση -αλλά δεν είμαι αθλητής ούτε γίγαντας. Εκείνο που είναι διαφορετικό σε μένα είναι η εσωτερική μου «επίπλωση»: έχει κάποια σχέση με το γεγονός ότι το μυαλό μου δεν έχει τοίχους, πάτωμα και ταβάνι. Τ’ αστέρια διαπερνούν με τις αχτίδες τους αυτή τη λογική, τακτοποιημένη και φυσιολογική κατοικία των σκέψεων. Η θάλασσα, οι αληγείς άνεμοι κι οι μουσώνες κυλούν μέσα από το μυαλό μου, που ανήκει σε μένα και σε κανέναν άλλον. (…)
Έχω στην κατοχή μου μερικά βιβλία, μερικά ξεφτισμένα τετράδια με νότες και τα έγγραφά μου, που πιστοποιούν ότι είμαι ναυτικός. Δεν έχω τίποτε άλλο δικό μου. Αλλά δεν είμαι ποτέ μόνος, δεν νιώθω ποτέ εγκαταλελειμμένος. Δεν χρειάζεται παρά να αντικρύσω ή να φανταστώ τη θάλασσα, τη στεριά ή τον ουρανό, για να νιώσω πολύ κοντά μου τα πνεύματα -πιο κοντά από κάθε φίλο ή συγγενή, πιο ζεστά από κάθε ερωμένη. Όπως είπα, δεν είναι αίσθημα, δεν είναι όνειρο, δεν είναι έκσταση. Βλέπω τα πνέυματα με την συνείδησή μου σε πλήρη εγρήγορση, με απόλυτη πνευματική διαύγεια κι ηρεμία. Τα βλέπω ζώντας μια κατάσταση απόλυτης νηφαλιότητας. (…)
Για μένα, μία τεράστια, συγκεντρωτική, δημιουργική πνευματική δύναμη, που συντηρεί τα πάντα, κρατάει στη θέση τους μέσα στο άπειρο τους πλανήτες, τη γη και τ’ άστρα. Την ίδια πνευματική δύναμη αισθάνομαι κι εντός μου, στην πιο μύχια συνείδησή μου, στην αναπνοή μου -στο πιο ιδιαίτερο, μισοσυνειδητό Εγώ μου. Είναι η ίδια άπειρη, κοσμική πνευματική δύναμη που ζει στον γαλαξία και τον κρατάει σταθερό, η ίδια δύναμη που κυβερνάει την πραγματικότητα της ύπαρξής μου. Σ’ όλους τους ανθρώπους, ακόμα και στους πιο κτηνώδεις και ποταπούς, συναντώ το ίδιο καταπιεσμένο, ασυνειδητοποίητο, κακοποιημένο, αλλά ωστόσο ζωντανό πνεύμα. Σ’ όλα τα ζώα, σ’ όλα τα φυτά, στον άνεμο, στη θάλασσα, στα βουνά -παντού υπάρχει αυτή η δύναμη, από το μικρότερο χορταράκι ως τ’ αμέτρητα άστρα του γαλαξία, από το εσωτερικό των ατόμων ως τα βάθη της θάλασσας και το άπειρο του διαστήματος. (…)
Πέρασαν πολλά χρόνια ώσπου να καταλάβω ότι ήμουν μόνος με τα όσα έβλεπαν τα μάτια του εσώτερου είναι μου. Μόνον όταν ενηλικιώθηκα έμαθα να σωπαίνω για αυτά, να τα κρατάω για τον εαυτό μου, για να μην με περιγελάσουν οι άλλοι.
Αλλά δεν βρίσκομαι πάντα σ’ αυτή την κατάσταση αφύσικης εγρήγορσης, νηφαλιότητας και πνευματικής διαύγειας. Υπάρχουν καιροί που το μυαλό μου κλείνει, που ο εγκεφαλικός φλοιός μου αποτελεί έναν ανένδοτο κι αξεπέραστο φραγμό, τόσο στεγανό ώστε ούτε καν τα πνεύματα κι οι σκέψεις δεν μπορούν να τον διαπεράσουν. Είναι οι φάσεις όπου νιώθω γύρω μου σκοτάδι και σύγχυση, όπου δεν μπορώ να διακρίνω κανένα νόημα στη ζωή και στον κόσμο. Για μένα, που είμαι συνηθισμένος να βλέπω μια συνάφεια ανάμεσα σ’ όλα τα πράγματα, να βλέπω σ’ όλα μια ξεκάθαρη, χρυσή σημασία, αυτές οι φάσεις της σύγχυσης και της έλλειψης νοήματος δύσκολα υπομένονται. Με γεμίζουν απόγνωση κι ανημπόρια. Ναι, την ξέρω αυτή τη ζοφερή κατάσταση. Αλλά είναι μια εξαίρεση, μια κατάσταση που την προξενεί η αδυναμία κι η κούραση, όταν η σκέψη χάνει τη δύναμή της και το κορμί τη σβελτάδα του. Στην μυθολογική ακόμα ιατρική του περασμένου αιώνα, του δέκατου όγδοου, θα έλεγε κανείς ότι αυτό το σκοτείνιασμα, μελαγχολία και η αφασία του πνεύματος οφείλονται στο γεγονός ότι δηλητηριασμένοι χυμοί και σάπιες αναθυμιάσεις ποτίζουν τα νεύρα και τον εγκέφαλο. Αλλά μια τέτοια περίοδο απόγνωσης τη διαδέχεται πάντα μια καινούρια αφύπνιση και μια βαθιά ανανέωση. (…)
Οι περισσότεροι άνθρωποι, ακόμα κι εκείνοι που τους ξενίζει η εμπειρία μου για την καθαρά πνευματική φύση του σύμπαντος, θα συμφωνήσουν σίγουρα μαζί μου ποιος είναι ο σκοπός της ανθρωπότητας: είναι να μοιραστούμε όλοι οι άνθρωποι αυτόν τον πλανήτη αδελφικά ανάμεσά μας, ν’ αξιοποιήσουμε τους θησαυρούς της γης ζώντας αρμονικά, δίκαια και ελεύθερα. Κι ο δρόμος που οδηγεί εκεί είναι ο δρόμος της ελευθερίας, ο δρόμος της δικής μας επιλογής. Φυσικά, όταν επιλέγεις κάτι σημαίνει ότι αφήνεις κάτι άλλο. Η επιλογή σημαίνει μοναξιά κι η ελευθερία σημαίνει, επίσης, ελευθερία να κάνεις το κακό. Η απελευθέρωση της ανθρωπότητας πρέπει να είναι έργο της ίδιας της ανθρωπότητας. (…)
Αυτό είναι η ιστορία: είναι ο δρόμος της ελευθερίας, κι αυτό τον δρόμο τον πορευόμαστε ελεύθερα, είτε την θέλουμε την ελευθερία είτε όχι. Η πορεία θα είναι γεμάτη ψεύτικους αρχηγούς και σκάρτους καθοδηγητές, γεμάτη λαοπλάνους και ψευτοπροφήτες, κι εμείς έχουμε την ελευθερία να διαλέξουμε για λυτρωτές μας ενσαρκώσεις του Κακού, την ελευθερία να τους προσκυνάμε και να τους ακολουθούμε, όπως κι αυτοί έχουν την ελευθερία να μας παραπλανούν. Όμως αυτός ο ζοφερός, αιματηρός δρόμος της ελευθερίας είναι ο δρόμος της συνάντησης της ανθρωπότητας με τον εαυτό της.
Η ίδια πνευματική δύναμη που υπάρχει παντού και διατηρεί τα πάντα, που σηκώνει ήλιους του γαλαξία και το δικό μας, μικρό ηλιακό σύστημα, που διαπερνά κάθε όστρακο στα βάθη της θάλασσας, που πλημμυρίζει κάθε σπουργίτι με ζωή, που κάνει τον καρχαρία ανήσυχο, πεινασμένο και αδηφάγο, που έδωσε στο αρνί μια φοβισμένη και ειρηνική ψυχή, η ίδια πνευματική δύναμη που κάνει ένα ηφαίστειο να εκρήγνυται και που εξαπολύει ένα κυκλώνα, η ίδια αυτή δύναμη φωλιάζει και στο εσωτερικό του ανθρώπου. Κατακλύζει την ψυχή του ανθρώπου μ’ όνειρα και οράματα, κάνει την ενάτη συμφωνία να γεννηθεί στην παλλόμενη ψυχή του Μπετόβεν, στον τρικυμισμένο νου του. Μας τρέφει με λαγαρές, γεμάτες σημασία εικόνες και σκέψεις και φωλιάζει στο πιο μύχιο, στο πιο κρυμμένο, εσώτατο Εγώ μας, σ’ αυτό το μυστηριώδες, ασύνειδο πνευματικό κέντρο, στο αθάνατο κομμάτι του ανθρώπου. Στο απάνεμο μάτι του τυφώνα. Ακόμα και για τη ζωή του μεμονωμένου ατόμου, υπάρχει ένας δρόμος: ο ίδιος δρόμος μ’ εκείνον της ανθρωπότητας. Είναι η συνάντηση του κάθε ξεχωριστού ανθρώπου με τον εαυτό του, με το ενδόμυχο, πνευματικό Εγώ του, με το γαλήνιο κέντρο του κυκλώνα που λυσσομανάει μέσα του. (…)
Ό,τι είναι αθάνατο στον άνθρωπο, αλλάζει συνεχώς κατοικία ανάμεσα στον ουρανό και τη γη. (…) Και στο άστρο που κατοικούμε υπάρχουν εκατοντάδες εκατομμύρια άνθρωποι που συμμερίζονται αυτή την ιδέα. Βέβαια, είναι άνθρωποι μ’ αλλιώτικο χρώμα δέρματος από το δικό μας το λευκό. Είναι κίτρινοι, μαύροι, καφετιοί και λαδόχρωμοι και ζουν σ’ άλλα μέρη του κόσμου. Για μένα, τον ναυτικό, που πάντα ταξιδεύει κι έχει για πατρίδα του ολόκληρο τον στρογγυλό πλανήτη μας, αυτό δεν είναι αλλόκοτο και δεν δίνω μεγάλη σημασία στις διαφορές που υπάρχουν ανάμεσα στους ανθρώπους. Δεν περιφρονώ τις ψυχές των φυλών που σήμερα τους έχουν αρπάξει τις χώρες τους και που δεν τρώνε παρά τα ψίχουμα που πέφτουν από το τραπέζι του λευκού ανθρώπου.
Απόσπασμα από το βιβλίο του Jens Bjorneboe «Καρχαρίες». Εκδόσεις Μέδουσα 1987, μετάφραση Δημ. Κούρτοβικ.